Η εορτή των τριών Ιεραρχών
Η εορτή των τριών Ιεραρχών

Η εορτή των τριών Ιεραρχών

Η εορτή των τριών Ιεραρχών

Η αιτία για την οποία έγινε ή εορτή αυτή των Τριών Ιεραρχών, είναι η εξής:

Κατά τους χρόνους της βασιλείας του Αλεξίου του Κομνηνού, ο οποίος έγινε βασιλιάς μετά τον Βοτανειάτη, γύρω στο 1100 από την Γέννηση του Χριστού, τον καιρό, λέω, εκείνο, προέκυψε στην Κωνσταντινούπολη διαφορά και φιλονικία ανάμεσα στους λόγιους και ενάρετους άνδρες. Δηλαδή, άλλοι από αυτούς έλεγαν ανώτερο τον Μέγα Βασίλειο, επειδή με τους λόγους του ερεύνησε την φύση των όντων, με τις αρετές του όμως έμοιαζε και συναγωνιζόταν τους Αγγέλους. Διότι δεν συγχωρούσε εύκολα, όσους αμαρτάνουν, αλλά ήταν σοβαρός στο ήθος και δεν είχε μέσα του κανένα γήινο. Κατώτερο όμως από τον Βασίλειο έλεγαν τον θείο Χρυσόστομο. Επειδή εκείνος, κατά κάποιον τρόπο, ήταν αντίθετος με τον Βασίλειο και εύκολα συγχωρούσε τους αμαρτάνοντες, και το ήθος του ήταν ελκυστικό στην μετάνοια. Άλλοι πάλι αντίθετα ύψωναν τον θείο Χρυσόστομο και τον έλεγαν ανώτερο από τον Βασίλειο και τον Γρηγόριο, διότι χρησιμοποιεί διδασκαλίες συγκαταβατικότερες και οδηγεί όλους με το σαφές και εύκολο της φράσεώς του, και ελκύει τους αμαρτωλούς σε μετάνοια. Και επειδή υπερβαίνει τους προηγούμενους δύο Πατέρες με το πολύ πλήθος των μελιρρύτων του συγγραμμάτων και με το ύψος και πλάτος των νοημάτων. Άλλοι πάλι, προσκείμενοι στα συγγράμματα του Θεολόγου Γρηγορίου, τον θεωρούσαν ανώτερο από τον Βασίλειο και τον Χρυσόστομο, διότι αυτός με το κομψό και χαριτωμένο της φράσεώς του και με το υψηλό και δυσνόητο των λόγων του και με το ανθηρό των λέξεων ξεπέρασε όλους τους σοφούς, τόσο τους παλαιούς και περιβόητους στην εξωτερική και ελληνική σοφία, όσο και τους νεώτερους και δικούς μας εκκλησιαστικούς. Έτσι από την παρόμοια διαφορά και φιλονικία διαιρέθηκαν σε τρία μέρη τα πλήθη των Χριστιανών και άλλοι λέγονταν Ιωαννίτες, άλλοι Βασιλείτες και άλλοι Γρηγορίτες.

Επειδή λοιπόν έτσι ήταν διαιρεμένοι οι Χριστιανοί και έτσι φιλονικούσαν οι λόγιοι άνδρες, για τον λόγο αυτόν εμφανίσθηκαν σε όνειρο οι τρεις αυτοί Ιεράρχες και Διδάσκαλοι, πρώτα ο καθ’ ένας χωριστά και έπειτα και οι τρεις ενωμένοι μαζί, στον τότε Ιωάννη, τον Επίσκοπο της πόλεως Ευχαΐτων. Ήταν λοιπόν ο Ιωάννης αυτός άνδρας λόγιος και έμπειρος της ελληνικής παιδείας, όπως το μαρτυρούν τα συγγράμματα, που έχει εκπονήσει, και επί πλέον ήταν και άνθρωπος που είχε φθάσει στην κορυφή της αρετής. Σ’ αυτόν, λέω, εμφανίσθηκαν και με ένα στόμα του λένε και οι τρεις «Εμείς ένα είμαστε κοντά στον Θεό, καθώς βλέπεις, και καμμία αντίθεση ή διαμάχη δεν έχουμε, αλλά στους διαφόρους καιρούς, που ζήσαμε, έτσι ο καθ’ ένας από εμάς από την χάρη του θείου κινούμενος Πνεύματος, διαφορετικές διδασκαλίες συνέγραψε. Και εκείνα που διδαχθήκαμε από το Άγιο Πνεύμα, αυτά και εκδώσαμε για την σωτηρία των ανθρώπων. Και πρώτος ανάμεσα σε εμάς δεν υπάρχει, ούτε δεύτερος, αλλά εάν πεις τον ένα, αμέσως και οι άλλοι δύο ακολουθούν. Γι’ αυτό να διατάξεις αυτούς που φιλονικούν, να μη χωρίζονται εξ αιτίας μας. Διότι εμείς, όσο μπορούσαμε φροντίζαμε, τόσο όταν ήμασταν ζωντανοί, όσο και τώρα που βρισκόμαστε στους ουρανούς το να ειρηνεύουμε και να οδηγούμε τον κόσμο στη γνώση και στην ομόνοια και όχι να τον χωρίζουμε. Αλλά και σε μία ημέρα ένωσε και τους τρεις εμάς και να συνθέσεις και τα τροπάρια και τα άσματα της εορτής μας, όπως αρμόζει στη δική σου σύνεση, και κατόπιν να αναφέρεις στους Χριστιανούς, ότι ένα είμαστε κοντά στον Θεό. Βέβαια και εμείς μαζί θα συνεργήσουμε για τη σωτηρία εκείνων, που εκτελούν την κοινή μνήμη μας Επειδή και εμείς φαινόμαστε, ότι έχουμε κάποια παρρησία και δύναμη κοντά στον Θεό». Αφού είπαν αυτά οι Άγιοι, φάνηκαν ότι ανέβηκαν πάλι στους ουρανούς λάμποντας από φως υπέροχο και ονομάζοντας ο ένας τον άλλον με το όνομά του.

Αφού λοιπόν σηκώθηκε από τον ύπνο ο ιερός Ιωάννης έκανε όπως τον διέταξαν οι θείοι Ιεράρχες. Και το μεν πλήθος του λαού το καθησύχασε και εκείνους που φιλονικούσαν τους ειρήνευσε (διότι ήταν περιβόητος στην αρετή ο άνθρωπος, γι’ αυτό και ο λόγος του είχε δύναμη και πειθώ).


Και παρέδωσε στην Εκκλησία του Θεού να επιτελεί αυτή την εορτή. Και βλέπε, ω αναγνώστα, τη σύνεση και διάκριση αυτού του αγίου ανθρώπου Επειδή βρήκε αυτόν τον Ιανουάριο μήνα, που είχε και τους τρεις αυτούς Ιεράρχες να εορτάζονται, τον Μέγα Βασίλειο κατά την πρώτη, τον Θεολόγο Γρηγόριο κατά την εικοστή πέμπτη και τον θείο Χρυσόστομο, κατά την εικοστή εβδόμη, για τον λόγο αυτόν τους ένωσε πάλι κατά την τριακοστή του ιδίου μηνός.

Και τόσο στόλισε την Ακολουθία τους με κανόνες και τροπάρια και με λόγο εγκωμιαστικό, όπως έπρεπε σε τέτοιους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας, ο χαριτώνυμος αυτός Ιωάννης ώστε φαίνονται, ότι αυτά συντέθηκαν τα άσματα της ακολουθίας αυτής κατά την νεύση και τον φωτισμό, όπως νομίζω, των τριών Αγίων Ιεραρχών. Διότι δεν έχουν απολύτως καμμία έλλειψη από τα επιχειρήματα εκείνα, που αποβλέπουν στον έπαινο των Αγίων. Έτσι τα τροπάρια αυτά είναι ανώτερα από όσα άλλα τροπάρια έγιναν μέχρι τώρα και από όσα στο μέλλον πρόκειται να γίνουν.

(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής, τ. Γ, έκδ. Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Ι. Καλύβη «Άγιος Σπυρίδων Α΄» Νέα Σκήτη Άγιον Όρος σ. 200-205).