Πνευματικά σταχυολογήματα από το αρχονταρίκι μας
Πνευματικά σταχυολογήματα από το αρχονταρίκι μας

Πνευματικά σταχυολογήματα από το αρχονταρίκι μας

Ηδονές, πλούτη, δόξα

Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου

Σκέψου, αγαπητέ μου, ότι όπως είναι συναρμολογημένος απ’ όλα τα κτίσματα αυτός ό αισθητός απέραντος κόσμος, έτσι ακόμη είναι καμωμένος ένας άλλος κόσμος νοητός που αποτελείται από αμαρτωλούς, του οποίου τα στοιχεία είναι οι τρεις διεστραμμένοι έρωτες, που αναφέρει ό Θεολόγος Ιωάννης, δηλαδή:

α) ό έρωτας των ηδονών,
β) ό έρωτας του πλούτου καί
γ) ό έρωτας της δόξας

“Πάν το εν τω κόσμω η επιθυμία της σαρκός καί η επιθυμία των οφθαλμών καί η αλαζονεία του βίου”
(Α΄ Ιω. 2, 16)

Αυτός ό πονηρός κόσμος που αντίκειται στο σκοπό του καί εξουσιάζεται από τον εωσφόρο (ό οποίος γι’ αυτό καί ονομάζεται κοσμοκράτορας) είναι ό μεγάλος εχθρός.


Tον οποίο ο Σαρκωθείς Λόγος του Θεού και Πατρός, γεννήθηκε στη γη για να πολεμήσει πρώτα με το παράδειγμά Του το σιωπηλό και μετά, στον κατάλληλο καιρό, με τον λόγο καί τη διδασκαλία.


1. Με τη φτώχεια γιατρεύει τον έρωτα του πλούτου


Συλλογίσου λοιπόν πώς πρώτα πολεμάει με την φτώχεια Του τον άτακτο έρωτα του πλούτου. Ό κοσμικός άνθρωπος νομίζει πως κάθε καλό το βρίσκει στα πρόσκαιρα αγαθά γι’ αυτό για να τα αποτυπώσει ή για να μην τα χάσει ξοδεύει σχεδόν όλο τον καιρό, που του έδωσε όμως ό Θεός για να κερδίσει τα αιώνια αγαθά.

Και ιδού που ό προαιώνιος Λόγος καί Υιός του Θεού και Πατρός κατεβαίνει από τον ουρανό για να μας λυτρώσει απ’ αυτή την πλάνη καί να ξεριζώσει από τις καρδιές μας την καταραμένη ρίζα όλων των κακών, την φιλαργυρία, όπως την χαρακτηρίζει ό Απόστολος Παύλος  “Ρίζα γαρ πάντων των κακών εστίν η φιλαργυρία” (Α’ Τιμ. 6,10).

Πρόσεξε όμως σε τι είδους ταλαιπωρία κατάντησε από αγάπη για μας Εκείνος που διαμοιράζει τα πλούτη καί τους θησαυρούς στην παρούσα καί στη μέλλουσα ζωή “εμόν το αργύριον και εμόν το χρυσίον, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ” (Αγγ. 2,8).

Στοχάσου, πού είναι το παλάτι που γεννήθηκε;
Πού είναι οι προετοιμασίες;
Πού οι μαίες;
Πού το βασιλικό στρώμα;
Πού τα βρεφικά λουσίματα;
Πού είναι η ακολουθία των δούλων;
Πού η θαλπωρή καί η ανάπαυση;
Πού είναι η συμπαράσταση των συγγενών καί φίλων;
Έλα μέσα καί δες το φτωχότατο σπήλαιο όπου γεννήθηκε καί την ευτελέστατη φάτνη όπου “ανεκλίθη”

Σίγουρα όχι μόνο δεν θα βρεις κανένα περιττό, αλλά αντίθετα θα διαπιστώσεις μεγάλη έλλειψη απ’όλα τα αναγκαία• γιατί ό γλυκύτατός μου Ιησούς γεννιέται σε τόπο σχεδόν ξέσκεπο, τα μεσάνυχτα στην καρδιά του χειμώνα, μόνος με μόνη την μητέρα Του καί τον θεωρούμενο πατέρα Του, χωρίς σκεπάσματα, χωρίς ζεστά φαγητά που συνηθίζονται στις γεννήσεις και των πιο φτωχών παιδιών, χωρίς τις ελάχιστες εκείνες ανέσεις του φτωχικού σπιτιού που είχε στη Ναζαρέτ.

Καί το πιο σημαντικό είναι ότι, εκτός από αυτή τη φτώχεια που προτίμησε ό Ιησούς εκουσίως, θέλησε ακόμη καί άλλη περισσότερη πτώχεια σχεδόν βίαιη καί αφύσικη: Παραγγέλλει εκεί στο σπήλαιο να μη του γίνει καμιά υποδοχή καί φιλοξενία από κανέναν άνθρωπο• ήθελε να διαφέρει από τους συμπατριώτες του που ανέβηκαν στην Βηθλεέμ για απογραφή• όλοι αυτοί είχαν πολλές προμήθειες μαζί τους καί ξεκουράζονταν φιλοξενούμενοι μέσα στα σπίτια καί στα πανδοχεία• “ουκ ην αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι” (Λουκ. 2, 7).

Αλλά επειδή ό κόσμος, όχι μόνο βδελύσσεται την φτώχεια καί την θεωρεί μεγάλη ντροπή, αλλά παρακινεί ακόμη τους φτωχούς να υποκρίνονται καί να παριστάνουν τους πλουσίους, γι’ αυτό ακριβώς ό Ιησούς Χριστός δεν νιώθει ντροπή για την φτώχεια του, αντίθετα κάνει επίδειξη της φτώχειας του• καί από μεν τους ουρανούς φωνάζει τους Αγγέλους, από τους αγρούς δε καί τα χωράφια καλεί τους ποιμένες για να τον προσκυνήσουν, όταν γεννήθηκε σε εκείνη την κατάσταση της ένδειας καί της εγκατάλειψης , σε εκείνο το θρόνο μιας ευτελέστατης φάτνης καί σε εκείνη την αυλή ενός πενιχρότατου σπηλαίου! Ω πτώχεια υπέρπλουτος! Ω συγκατάβασις υπερύψιστος!

Τώρα εσύ που μελετάς αυτές τις αλήθειες, τι έχεις να πεις; Ποιος από αυτούς τους δύο νομίζεις πως δικαιούται να σε νικά καί να σε κυριεύει; Ο κόσμος ή ο Χριστός που νίκησε τον κόσμο; Ο κόσμος σε προτρέπει να ζητάς πρώτα τα επίγεια αγαθά καί να τα θεωρείς μεγάλη ευτυχία. Ό Χριστός πάλι σε συμβουλεύει με το παράδειγμά Του καί την διδασκαλία Του να ζητείς πρωτίστως την Βασιλεία του Θεού καί να καταφρονείς όλα τα καλά της γης σαν ένα πηλό• “Ζητείτε δε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού καί την δικαιοσύνην αυτού” (Ματθ. 6, 33).

Ακόμη σου ζητά να στερείσαι τα γήινα αγαθά ή μερικά απ’αυτά, δίνοντάς τα ελεημοσύνη στους φτωχούς ή ακόμη αποτασσόμενος τα πάντα για την καλογερική ζωή καί εξαγοράζοντας ένα θησαυρό στον παράδεισο. “Πώλησόν σου τα υπάρχοντα καί δός πτωχοίς καί έξεις θησαυρόν εν ουρανώ καί δεύρο ακολούθει μοι” (Ματθ. 19, 21). Καί πάλι “πάς εξ’ υμών, ος ουκ αποτάσσεται πάσιν τοις εαυτού υπάρχουσιν, ου δύναται είναι μου μαθητής” (Λουκ. 14, 33).

Λοιπόν εσύ καί σαν μαθητής του Χριστού καί σαν φρόνιμος καί στοχαστικός άνθρωπος, πρέπει ν’αποφασίσεις να ακούσεις καί να κάνεις πράξη εκείνο που σου λέγει ό Χριστός καί όχι ό,τι σου επιβάλλει ό κόσμος. Γιατί δεν θα σωθούν αυτοί που ακούουν μόνο τον Νόμο του Θεού, αλλ’αυτοί που τον εφαρμόζουν στην πράξη (Ρωμ . 2,13)


2. Γιάτρεψε τον έρωτα των ηδονών


Συλλογίσου αδελφέ, ότι ό Χριστός με τη γέννησή Του ήρθε να πολεμήσει τον άτακτο έρωτα των ηδονών με τις οδύνες καί τους πόνους που δοκίμασε. Ο σαρκικός άνθρωπος πιστεύει πως η μόνη απόλαυση είναι εκείνη των αισθήσεων γι’ αυτό δεν κυριαρχεί πάνω σ ’αυτές, όπως ταιριάζει σε λογικό όν, αλλά αφήνει τον εαυτό του να συμπεριφέρεται όπως ένα άλογο ζώο καί να παρασύρεται από τις αισθήσεις του:


Τρέχει αχαλίνωτα για να χαίρεται καί να απολαμβάνει όλες τις παρανομίες, επιζητεί την ηδονή σαν σκοπό καί την θεωρεί έντιμη, αν καί τη βρίσκει μέσα στις μεγαλύτερες ατιμίες καί βρωμιές. Ό Υιός του Θεού από συμπόνια για την τύφλωση αυτή του ανθρώπου ήρθε για να τον γιατρεύσει από ένα τέτοιο μεγάλο σφάλμα.

Γι’αυτό, ενώ μπορούσε να γεννηθεί μένα σώμα σκληραγωγημένο ωρίμου ανδρός , θέλησε να γεννηθεί μ’ένα απαλό σώμα βρέφους για να αισθανθεί την οδύνη (της τρυφερής σάρκας) καί ακολούθως για να υποφέρει περισσότερο. Καί ύστερα από την βασανιστική φυλακή που υπέφερε μέσα στην κοιλιά της Παρθένου, θέλησε να υποφέρει κι όλα τα βάσανα καί τις δοκιμασίες της νηπιακής ηλικίας, σα να στερείτο την χρήση του λογικού.

Εδώ τώρα, εσύ αγαπητέ, να γίνεις κριτής ανάμεσα στο Χριστό καί στον κόσμο καί να αποφασίσεις ποιος θα σ’εξουσιάζει, ό Χριστός ή ό κόσμος; Ποιόν πρέπει ν’ακολουθείς, Εκείνον που θέλει τη σωτηρία σου με την οδύνη, ή εκείνον που ζητεί την απώλειά σου με την ηδονή; Είναι φανερό ότι το πρώτο “εις τούτο γαρ εκλήθητε, ότι καί Χριστός έπαθε υπέρ υμών, υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν, ίνα επακολουθήσητε τοις ίχνεσιν αυτού” (Α’ Πέτρ. 2, 21). Όμως ό κόσμος είναι τόσο τυφλός, που όχι μόνο δεν γνωρίζει την αλήθεια, αλλά ούτε μπορεί να την γνωρίσει, καθώς λέγει η ίδια η Αυτοαλήθεια• “καί εγώ ερωτήσω τον Πατέρα καί άλλον Παράκλητον δώσει υμίν, ίνα μένη μεθ’ υμών εις τον αιώνα, το Πνεύμα της αληθείας, ο ό κόσμος ου δύναται λαβείν, ότι ου θεωρεί αυτό ουδέ γινώσκει αυτό” (Ιω. 14, 16-17).

Τι απαντάς σ’αυτά εσύ, που θέλεις να περνάς τη ζωή σου με ανέσεις κι έπειτα επιδιώκεις γι’αυτό να βρίσκεις ακόμη και δικαιολογίες; Θεωρείς πως αυτά που λέγει ό Κύριος είναι λόγια κενά και πως ό Θεός μίλησε χωρίς να μπορούν να εκπληρωθούν τα λόγια Του; Αυτό βγάλ’το από το μυαλό σου. “Ό ουρανός και η γη παρελεύσονται, οί δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν” (Ματθ. 24,35). Γι’αυτό αποφάσισε επιτέλους να απαρνηθείς όλες τις ηδονές που αποδεδειγμένα δεν είναι απαραίτητες στη ζωή σου καί να δεχτείς στο εξής ευχαρίστως όλους τους σταυρούς καί τις θλίψεις που θα σου στείλει ό Θεός• να αγκαλιάσεις την σκληραγωγία που περιλαμβάνει ή αληθινή μετάνοια καί να μη λογαριάζεις τίποτε άλλο για να την αγαπάς, παρά να λογαριάζεις μόνο την αγάπη που έδειξε ό Χριστός γι’ αυτήν ήδη από την γέννησή Του. Ευχαρίστησε τον Κύριο, που για την αγάπη σου θέλησε να γεννηθεί με τέτοια βάσανα• καί προπάντων παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη να καταλάβεις καλά από το παράδειγμά του αυτή την αλήθεια• ότι δηλαδή η παρούσα ζωή είναι καιρός για να κλαις καί να θλίβεσαι κι όχι για να γελάς καί να ξεφαντώνεις καθώς τονίζει ό Εκκλησιαστής “καιρός του κλαίειν” (3, 4) καί με τον Εκκλησιαστή καί ό Απόστολος• “ό καιρός συνεσταλμένος το λοιπόν εστίν, ίνα καί οι έχοντες γυναίκα, ως μη έχοντες ώσιν, καί οι κλαίοντες ως μη κλαίοντες, καί οι χαίροντες ως μη χαίροντες … παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου” (Α’ Κορ. 7, 29-31).


3. Γιάτρεψε τον έρωτα της δόξης


Σκέψου ακόμη ότι ό Χριστός με την γέννησή Του, ήρθε να πολεμήσει με την ταπείνωσή Του τον άτακτο έρωτα της δόξας. Ό κοσμικός άνθρωπος επιδιώκει να υπερέχει από τους άλλους, να τιμάται καί να δοξάζεται καί γενικά να φαίνεται ότι είναι ό εκλεκτότερος των υπολοίπων, να δίνει διαταγές με δεσποτική αλαζονεία, να μιλάει αφ’υψηλού καί να παρουσιάζεται ως αυθεντία. Αν καμιά φορά τύχει κι έρθουν σε αντιπαράθεση ή δόξα του Θεού καί ή δόξα ή δική του, τότε αυτός καταφρονεί την δόξα του Θεού καί εκ των προτέρων προτιμά τη δική του δόξα.


Αυτά όλα είναι ανόητες θέσεις καί διδασκαλίες που διδάσκει ό κόσμος στους μαθητές του καί αυτά τα σφάλματα ήρθε να θεραπεύσει ό Λυτρωτής μας, αφότου άρχισε να ζει στον κόσμο. Μπορούσε ό Ίδιος ασφαλώς καί Βρέφος ακόμη να κάνει έργα ωρίμου ανδρός, μπορούσε δηλαδή μόλις γεννήθηκε να μιλάει με καθαρή άρθρωση, μπορούσε να καταλαβαίνει καί να μιλάει τις γλώσσες όλων των λαών, μπορούσε να έχει γύρω του χιλιάδες καί μυριάδες ηλιόμορφων Αγγέλων για να τον παραστέκονται ολοφάνερα καί να τον υπηρετούν όχι μόνον ως Θεό, αλλά καί ως άνθρωπο.

Άλλα ό Ιησούς δεν ήθελε τέτοια ανθρώπινη καί μάταιη δόξα. Όχι! Αλλά “σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν”, καθώς λέγει ό θείος Παύλος (Φιλιπ. 2,8) καί κρύβεται με τον ερχομό Του σ’ένα τόπο από τους πιο αφανείς της Ιουδαίας καί σ’ένα ενδιαίτημα των αλόγων ζώων, σκεπάζει δε όλους τους θησαυρούς της σοφίας Του μέσα σ’ένα κομμάτι σάρκας καί κάτω από την διανοητική αδυναμία ενός άγνωστου άφωνου νηπίου, “εν ω εισίν πάντες οί θησαυροί της σοφίας καί της γνώσεως απόκρυφοι”! (Κολ. 2,3) Δι’αυτό καί ό Ησαΐας για την νηπιώδη αγνωσία του παιδιού αυτού λέγει “…πριν ή γνώναι το παιδίον καλείν πατέρα ή μητέρα…” (Ησ. 8, 4). Καί κατά την εποχή που οί βασιλείς της γης -εννοώ ό Αύγουστος Καίσαρ- κυβερνούν το κράτος τους με απογραφές καί εκδίδουν στους λαούς νόμους καί φαίνονται παντού ένδοξοι, αυτός, που είναι ό Βασιλεύς των βασιλευόντων, γεννιέται καί ζει εντελώς άγνωστος καί θεωρείται σαν ένα μηδενικό.

“Ω της ανυπέρβλητης ταπεινώσεώς σου, ω γλυκύτατο όνομα, ω γλυκύτατε υπεράνθρωπε Ιησού! Αυτή η ταπείνωσή σου έκανε τον προφήτη Αββακούμ να χάσει σχεδόν το μυαλό του καί να λέει• “Κύριε … κατενόησα τα έργα σου καί εξέστην. Εν μέσω δύο ζώων γνωσθήση” (Αββακ. 3,2). Αυτή ή ταπείνωση παρακίνησε τον όσιόν σου Ισαάκ να πει τα υψηλά αυτά λόγια• “η ταπεινοφροσύνη στολή θεότητας εστίν ό γαρ Λόγος ό ενανθρωπήσας αυτήν ενεδύσατο καί ωμίλησεν ημίν δι’αυτής εν τω σώματι ημών… ίνα μη η κτίσις τη αυτή θεωρία καταφλεχθή” (Λογ. κ’) .

Τώρα, εσύ αγαπητέ, μπορείς να βρεις μεγαλύτερη απ’αυτή τη διαφορά μεταξύ του Θεού καί του κόσμου; Λοιπόν, από αυτούς τους δύο ποιος είναι δίκαιος να σ’εξουσιάζει; Ό Χριστός ή ό κόσμος; Βέβαια ό Χριστός• γιατί ό Χριστός ούτε πλανά ούτε πλανάται, ενώ ό κόσμος καί πλανά καί πλανάται. Έπειτα, σκέψου, πως για τον Χριστό δεν ήταν αρκετό που γεννήθηκε υπήκοος του Καίσαρος Αυγούστου, αλλά θέλησε ακόμη να γεννηθεί καί στην εποχή που γινόταν επίσημη δήλωση έμπρακτης υποταγής, “εν ταίς ημέραις εκείναις εξήλθεν δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην” (Λουκ. 2, 1) καί θέλησε να φέρει άνω – κάτω όλα τα πράγματα, κυρίως όμως να βάλει τον εαυτό Του κάτω απ’αυτήν την υποταγή. “Ανέβη δε καί Ιωσήφ από της Γαλιλαίας εκ πόλεως Ναζαρέτ … απογράψασθαι συν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αυτώ γυναικί ούση εγκύω” (Λουκ. 2, 4-5).

Αδελφέ μου, άνοιξε μία φορά τα μάτια σου για το καλό της ψυχής σου καί αποφάσισε να μην εμπιστεύεσαι πια τον ψεύτη καί επίβουλο κόσμο, καθώς σε συμβουλεύει καί ό σοφός Σειράχ. “Μη πιστεύσης τω εχθρώ σου εις τον αιώνα” (Σοφ. Σειράχ 12,10). Πάρε σταθερή απόφαση να μελετάς πάντοτε καί να ακολουθείς την οδηγία του Φωτός των παραδειγμάτων, του Ιησού Χριστού ό οποίος μέσα από τα βρεφικά σπάργανα σου φωνάζει με γλώσσα ψελλίζουσα εκείνο το φοβερό έλεγχο. “Πώς δύνασθε υμείς πιστεύσαι, δόξαν παρά αλλήλων λαμβάνοντες καί την δόξαν την παρά του μόνου Θεού ου ζητείτε;” (Ιωάννης 5,44). Καί επειδή αυτός (ό Ιησούς Χριστός) έπαθε τόσα για να σε διδάξει την αλήθεια, παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη να καταλάβεις σ’όλο το βάθος το παράδειγμά Του καί την διδασκαλία Του, για να αγαπάς την ταπείνωσή Του, η οποία είναι γεμάτη από αληθινό ύψος καί δόξα, να μισείς όμως καί να αποστρέφεσαι την δόξα καί την τιμή του κόσμου, η οποία είναι αληθινή ατιμία καί αδοξία, γιατί όχι μόνο σου στερεί την ουράνια δόξα, αλλά καί γιατί στο τέλος της ζωής, καταλήγει (η δόξα του κόσμου) στο χώμα και στην κοπριά σύμφωνα με τη Δαβιτική εκείνη κατάρα:”Καταδιώξαι άρα ό εχθρός την ψυχήν μου … και την δόξαν μου εις χουν κατασκηνώσαι” (Ψαλμ. 7,6).