Η Οδυνηρή και σωτήρια συνάντηση με τον εαυτό μας
Γνωρίζουμε σήμερα την έξω από εμάς πραγματικότητα καλύτερα από οποτεδήποτε άλλοτε. Γνωρίζουμε τι συμβαίνει στην καρδιά της ύλης, στα άτομα της ύλης και τους πυρήνες της. Μαθαίνουμε με θαυμασμό και όσα εκπληκτικά συμβαίνουν στις εσχατιές του σύμπαντος, στα απώτατα άκρα του. Μαθαίνουμε τα σημαντικά γεγονότα του κόσμου, μάλιστα πολλά απ’ αυτά την ώρα που συμβαίνουν ίσως στην άλλη άκρη της γης, τα σπουδαία πρόσωπα και την ιστορία τους, τα έργα και τις λεπτομέρειες της ζωής τους.
Γνωρίζουμε όμως την εγγύτερη σε εμάς πραγματικότητα; Ανιχνεύουμε και σπουδάζουμε με την πρέπουσα επιμέλεια και προσοχή τον μέσα μας κόσμο; Ποιός μπορεί να πει πως γνωρίζει τον εαυτό του;
Σ’ αυτόν τον τομέα γνώσεως είμαστε δυστυχώς πολύ πίσω. Γι’ αυτό και ζούμε με αυταπάτες, όπως π.χ. ο Επίσκοπος της Λαοδικείας, προς τον οποίο ο Κύριος είπε: “Λέγεις ότι πλούσιος ειμί και πεπλούτηκα και ουδενός χρείαν έχω, και ουκ οίδας ότι συ ει ο ταλαίπωρος και ο ελεεινός και πτωχός και τυφλός και γυμνός” (Αποκ. γ’ 17)
Τον άνθρωπο τον συνοδεύει η πτωχεία, η αδυναμία και η άγνοια. Και η μεγαλύτερη και πιο τραγική άγνοιά του είναι η άγνοια της αγνοίας του. Δεν γνωρίζει ότι δεν γνωρίζει. Και γι’ αυτό εφησυχάζει.
Μπορούμε να διακρίνουμε τέσσερα επίπεδα γνώσεως του εαυτού μας:
Είναι αυτό που φαίνεται ότι είμαστε. Αυτό που βλέπουν οι άλλοι. Και μπορεί στα μάτια των άλλων να φαινόμαστε άγιοι, ενώ βέβαια πολύ απέχουμε από μια τέτοια ζηλευτή κατάσταση.
Είναι αυτό που νομίζουμε ότι είμαστε. Έχουμε συνηθως μια επιφανειακή γνώση του εαυτού μας. Γι’ αυτό και συχνά η εξομολόγησή μας είναι φτωχή και ρηχή, ένα απλό ξεσκόνισμα της ψυχής και όχι έρευνα σε βάθος.
Είναι αυτό που μπορούμε να ανακαλύψουμε ότι είμαστε, όταν μελετούμε συστηματικά τον εαυτό μας, όταν ανακρίνουμε επισταμένως τις πράξεις μας, όταν αναμοχλεύουμε το εσωτερικό μας. Τότε ανακαλύπτουμε πολλά άχρηστα μέσα μας, που θέλουν απομάκρυνση ή άλλα που ζητούν τακτοποίηση, που απαιτούν άμεση αντιμετώπιση.
Είναι τέλος αυτό που πράγματι είμαστε. Αυτό το γνωρίζει μόνο ο Θεός, ο “ετάζων καρδίας και νεφρούς” (Ψαλμ. ζ’ 10). Αυτός που γνωρίζει τα “κρύφια” της καρδιάς μας, τις σκέψεις, τα βαθύτερα ελατήρια και τα συναισθήματά μας. Γι’ αυτό και ο ιερός Ψαλμωδός λέει: “Παραπτώματα τίς συνήσει; εκ των κρυφίων μου καθάρισόν με, και από αλλοτρίων φείσαι του δούλου σου” (Ψαλμ. ιη’ 13 -14). Αλήθεια, ποιός μπορεί να γνωρίσει τα παραπτώματα στα οποία ακούσια και χωρίς να το αντιληφθεί υποπίπτει; Από αυτά τα κρυφά παραπτώματά μου, τα οποία δεν έπεσαν στην αντίληψή μου, καθάρισέ με, Κύριε. Και από αισθήματα και κλίσεις ξένες προς τον νόμο Σου προφύλαξέ με και λυπήσου τον δούλο Σου.
Πάντοτε μπορούμε να πλησιάσουμε την τέλεια γνώση του εαυτού μας, δεν την φτάνουμε όμως ποτέ. Ποιός μπορεί να πει πως γνωρίζει τον εαυτό του σ’ όλο το βάθος του;
Στο πρώτο από τα τέσσερα αναφερθέντα επίπεδα μπορεί να υπάρχει η υποκρισία: ο άνθρωπος να θέλει να παρουσιάζεται στους άλλους διαφορετικός απ’ ότι πραγματικά είναι.
Στο δεύτερο μπορεί να επικρατεί η επιπολαιότητα: Να μένει κάποιος ικανοποιημένος μ’ αυτό που είναι, χωρίς αυτό να είναι αντικειμενικά ικανοποιητικό.
Στο τρίτο μπορεί να νιώσουμε μια δυσάρεστη έκπληξη και απορία: Ώστε όλα αυτά τα αρνητικά υπάρχουν μέσα μου; Πόσο αδύναμος και αμαρτωλός είμαι!
Στο τέταρτο υπάρχει ταπείνωση: Δεν γνωρίζω εγώ. Ο Θεός γνωρίζει. Και πώς με ανέχεται;
Υπάρχει και κάτι ακόμα πιο μέσα μας. Στο έσχατο βάθος του εαυτού μας μπορούμε να ανακαλύψουμε ίχνη του παλαιού μεγαλείου μας, αυτό που μας δόθηκε εξαρχής να είμαστε: εικόνες του Θεού και δυνάμει ομοιώματά Του. Αυτό το εσώτατο βάθος το αντιμετωπίζουμε με θαυμασμό και ευγνωμοσύνη προς τον Πλάστη μας Θεό.
Αρχιμ. Αστερίου Χατζηνικολάου:
Ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα.